Οι κύστες των μαστών είναι καλοήθη μορφώματα και αποτελούν την συχνότερη αιτία που μία γυναίκα επισκέπτεται το γιατρό της. Οι κύστες στο μαστό είναι πολύ συχνό εύρημα, είτε στον υπερηχογραφικό έλεγχο, είτε όταν είναι μεγαλύτερες σαν ψηλαφητό εύρημα. Μπορεί να είναι πολλαπλές και αμφοτερόπλευρες (και στους δύο μαστούς), ενώ πολύ συχνά δεν συνοδεύονται από κανένα απολύτως σύμπτωμα (ανάλογα με τη θέση και το μέγεθός τους). Το μέγεθός τους κυμαίνεται από λίγα χιλιοστά μέχρι αρκετά εκατοστά.
Πότε γίνονται αντιληπτές;
Πριν από την περίοδο μπορεί να γίνουν μεγαλύτερες και επώδυνες και συνήθως τότε γίνονται αντιληπτές. Ωστόσο είναι δυνατόν να υπάρχουν κύστες στο μαστό μιας γυναίκας που να μην μπορεί η ίδια να τις ψηλαφήσει. Πολλές φορές τις βρίσκουμε τυχαία στο υπερηχογράφημα μαστών. Στις περισσότερες περιπτώσεις εμφανίζουν καθαρά υγρό περιεχόμενο, το οποίο φαίνεται ξεκάθαρα στον υπέρηχο και δεν απαιτείται κάποια παρέμβαση, αρκεί η τακτική παρακολούθηση.
Οι μεγάλες κύστες ιδιαίτερα αν βρίσκονται κοντά στην επιφάνεια του μαστού, είναι ψηλαφητές και ευκίνητες και συνοδεύονται συχνά από πόνο. Οι κύστες που βρίσκονται βαθύτεραείναι πιο δύσκολο να ψηλαφηθούν.
Πώς δημιουργούνται οι κύστες του μαστού;
Η δημιουργία και ανάπτυξή των κύστεων οφείλεται στις φυσιολογικές αλλαγές που συμβαίνουν στο μαστό με την ηλικία και τις ορμονικές μεταβολές. Μπορούν να αναπτυχθούν σε κάθε ηλικία, συχνότερα όμως εμφανίζονται σε νεαρές γυναίκες, αλλά και σε γυναίκες που βρίσκονται στην περιεμμηνοπαυσιακή φάση και εξαφανίζονται σταδιακά μετά την εμμηνόπαυση.
Ποια είναι η αντιμετώπιση των κύστεων;
Οι μικρές κύστες του μαστού συνήθως δεν χρειάζονται καμία θεραπεία. Οι περισσότερες κύστες υποστρέφουν μόνες τους χωρίς να χρειάζεται οποιαδήποτε παρέμβαση.
Εάν η κύστη είναι μεγάλη και προκαλεί πόνο ή σε περιπτώσεις ταχείας αύξησης του μεγέθους της τότε θα πρέπει να παροχετευτεί με την χρήση μιας λεπτής βελόνας και κάτω από υπερηχογραφικό έλεγχο. Μόλις η κύστη αδειάσει, δεν είναι πια ψηλαφητή και ο πόνος περνάει αυτόματα. Το υγρό της κύστης μπορεί να είναι διαυγές, κίτρινο ή σκούρο πράσινο. Σε αυτές τις περιπτώσεις το υγρό είναι φυσιολογικό και όχι ανησυχητικό. Το υγρό που παροχετεύεται στέλνεται για κυτταρολογική εξέταση, ώστε να επιβεβαιωθεί το φυσιολογικό εύρημα.
Εάν το περιεχόμενο της κύστης είναι αιματηρό, εάν το τοίχωμά της είναι ανώμαλο με προσεκβολές στον υπερηχογραφικό έλεγχο, ή εάν μετά την παροχέτευσή της υπάρχει ακόμα ψηλαφητό μόρφωμα τότε θα πρέπει η κύστη αυτή να μας ανησυχήσει και το υγρό που θα ληφθεί πρέπει να σταλεί οπωσδήποτε για κυτταρολογική εξέταση.
Πόσο συχνή πρέπει να είναι η παρακολούθηση; Πότε χρειάζεται χειρουργική αντιμετώπιση των κύστεων;
Οι μεγάλες κύστες που παροχετεύονται θα πρέπει να παρακολουθούνται με υπέρηχο κάθε 3 ή 6 μήνες. Μία κύστη που μετά από επανειλημμένες παροχετεύσεις εξακολουθεί να υπάρχει ή και να αυξάνεται σε μέγεθος σε σύντομο χρονικό διάστημα μπορεί να χρειαστεί να αντιμετωπιστεί χειρουργικά..
Στις περιπτώσεις που χρειάζεται να γίνει περαιτέρω διερεύνηση, γίνεται συνήθως με παρακέντηση υπό υπερηχογραφική καθοδήγηση. Με αυτή τη μέθοδο, γίνεται ταυτόχρονα διαγνωστική και θεραπευτική παρέμβαση, αφού εξετάζεται το περιεχόμενο της κύστης, ενώ η αναρρόφηση βοηθάει στο να εξαφανιστεί η κύστη.
Υπάρχουν βέβαια και κύστες με περιεχόμενο που δεν είναι διαυγές στον υπέρηχο, ή σπανιότερα που εμφανίζουν σε κάποιο σημείο συμπαγές περιεχόμενο. Αυτές ονομάζονται επιπλεγμένες κύστες και συνήθως προτείνεται διερεύνηση είτε με παρακέντηση ή/και με βιοψία, ανάλογα με το περιεχόμενο, γιατί σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να υποκρύπτουν τα λεγόμενα ενδοκυστικά καρκινώματα.
Σε άλλες σπανιότερες περιπτώσεις μπορεί να εμφανίζεται σαν κυστικό μόρφωμα κάποιο απόστημα ή αιμάτωμα, ο υπερηχογραφικός έλεγχος δείχνει τη διαφορά στο περιεχόμενο της κύστης, ενώ θα πρέπει να αναζητηθούν και τα αίτια από το ιστορικό της γυναίκας.
Συμπερασματικά: Οι κύστες είναι ένα συχνό εύρημα. Η καλύτερη μέθοδος διάγνωσηςκαι κατάταξης τους είναι το υπερηχογράφημα μαστών. Η αντιμετώπιση τους αφορά μόνο τις μεγάλες κύστες και γίνεται με απλή παρακέντηση τους. Σε υποτροπές της ίδιας κύστης, σε επιπλεγμένες κύστες και σε ύποπτο ή αβέβαιο κυτταρολογικό εύρημα, τότε μπορεί να συστηθεί η χειρουργική θεραπεία.
Τα όσα αναφέρονται στο κείμενο, αποτελούν μία πολύ σύντομη πληροφόρηση και σίγουρα δεν καλύπτουν όλο το φάσμα των κυστικών παθήσεων του μαστού. Εξάλλου, η κάθε περίπτωση είναι ξεχωριστή και της αντιστοιχεί ανάλογη αντιμετώπιση.
Σε κάθε περίπτωση είναι απαραίτητο να συμβουλεύεστε κάποιον που έχει εξειδίκευση στις παθήσεις του μαστού και την χειρουργική αντιμετώπιση τους, για να σας κατευθύνει σωστά και υπεύθυνα. Έτσι μόνο θα αποφύγετε άσκοπες ή περιττές εξετάσεις και θα έχετε όχι μόνο μία σωστή και σίγουρη διάγνωση, αλλά και μία σωστή και σίγουρη θεραπεία.