Ο όρος endometrialablation χρησιμοποιείται για να περιγράψει μία σειρά μεθόδων, που έχουν στόχο την κατάργηση της λειτουργικότητας του ενδομητρίουκαι κατά συνέπεια τη διακοπή της έμμηνου ρύσης, όταν αυτή είναι ιδιαίτερα έντονη ή συχνή, και όταν θέλουμε να αποφύγουμε για οποιονδήποτε λόγο την υστερεκτομή. Εφαρμόζεται αφού έχουν δοκιμαστεί – και προφανώς αποτύχει – ορμονικά σκευάσματα για τη ρύθμιση του κύκλου, ή όταν αυτά δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν. Είναι κατάλληλη μέθοδος για γυναίκες που δεν επιθυμούν πια να τεκνοποιήσουν και έχουν υγιές ενδομήτριο.

Ανάλογα με την ηλικία στην οποία γίνεται, μπορεί να προκαλέσει άμεσα μία παροδική ή μόνιμη διακοπή της έμμηνου ρύσης. Ο ορμονικός κύκλος και τα επίπεδα των ορμονών μένουν ανεπηρέαστα, ενώ οι πόνοι που σχετίζονται με την έμμηνο ρύση ελαττώνονται. Δεν αποτελεί μέθοδο αντισύλληψης, καθώς σε γυναίκες στην αναπαραγωγική ηλικία, δεν μπορεί κανείς να υπολογίσει πότε και αν το ενδομήτριο θα επανέλθει στη φυσιολογική του μορφή και λειτουργία. Επίσης δεν έχει επίδραση στα τοιχώματα της μήτρας και, κατά συνέπεια, δεν αποτελεί μέθοδο αντιμετώπισης ινομυωμάτων που βρίσκονται εκεί.

Η επέμβαση γίνεται υστεροσκοπικά, δηλαδή με τη χρήση λεπτών εργαλείων με κάμερα, τα οποία εισέρχονται στη μήτρα μέσω του τραχήλου, κατά τη διάρκεια ολικής νάρκωσης. Συνήθως δεν απαιτείται παραμονή στην κλινική. Στη συνηθέστερη μορφή της, αφαιρείται τμήμα ή και όλο το ενδομήτριο με μονοπολική ή διπολική αγκύλη και στη συνέχεια, γίνεται αιμόσταση και περαιτέρω καταστροφή του υπόλοιπου ιστού με ηλεκτρική διαθερμία (rollerball).

Η νεότερη και ολοένα συχνότερα εφαρμοζόμενη μέθοδος με ειδικό εξάρτημα, επιτρέπει την εφαρμογή ενός ειδικά σχηματισμένου πλέγματος στην επιφάνεια του ενδομητρίου. Αυτό το πλέγμα έχει μία επίστρωση χρυσού, και μετατρέπει την διοχετευόμενη ηλεκτρική ενέργεια σε θερμική, για όσο ακριβώς χρόνο χρειάζεται μέχρι να καταστραφεί το ενδομήτριο. Αποτελεί πιθανά την πιο ασφαλή μέθοδο, αφού η συσκευή διαθέτει μηχανισμούς ελέγχου ώστε να αποφεύγονται πιθανές επιπλοκές, ενώ είναι ιδιαίτερα εύκολη στη χρήση (σε σχέση με άλλες μεθόδους). Έχει ωστόσο κάποιους περιορισμούς κυρίως σε μορφολογικό / ανατομικό επίπεδο σε σχέση με την πιο “κλασική” μέθοδο.

Όποια από τις μεθόδους και αν επιλεγεί, θα χρειαστεί προηγουμένως να γίνει μία διαγνωστικήυστεροσκόπηση και απόξεση, για να εκτιμηθεί η κοιλότητα της μήτρας, να γίνει μία εκτίμηση της απαιτούμενης επέμβασης και να αποκλειστεί τυχόν κακοήθεια.

Συνολικά εκτιμάται ότι στο 40% των ασθενών επιτυγχάνεται η αμηνόρροια (πλήρης διακοπή της έμμηνου ρύσης), ενώ σπάνια (κάτω από 5%) είναι η αποτυχία της μεθόδου, δηλαδή η παραμονή στη αρχική κατάσταση με έντονες, συχνές αιμόρροιες. Όλες οι μέθοδοι θεωρούνται ασφαλείς και αποτελεσματικές, ο γιατρός σας θα συζητήσει μαζί σας για να καταλήξετε ποια είναι η πιο κατάλληλη για εσάς.