Η Μύλη Κύηση (γνωστή και ως υδατιδώδης ή μη διηθητική μύλη) είναι ο πιο κοινός και λιγότερο επικίνδυνος τύπος της Τροφοβλαστικής Νόσου Κύησης. Σε μια υγιή εγκυμοσύνη, το έμβρυο αναπτύσσεται όταν ένα σπερματοζωάριο γονιμοποιεί ένα ωάριο και το γενετικό υλικό απ’ το καθένα συνδυάζεται καταλήγοντας στην παραγωγή ενός εμβρύου που έχει πάρει τα μισά γονίδιά του απ’ τον κάθε γονέα. Η μύλη κύηση είναι μια μη φυσιολογική κατάσταση από την πρώτη στιγμή της σύλληψης, ως αποτέλεσμα της έλλειψης ισορροπίας στον αριθμό των χρωμοσωμάτων που προέρχονται από τη μητέρα και τον πατέρα.
Υπάρχουν δύο τύποι: η πλήρης μύλη και η μερική μύλη.
Η πλήρης μύλη εμφανίζεται συνήθως όταν ένα μόνο σπερματοζωάριο γονιμοποιεί ένα «άδειο» ωάριο, δηλαδή χωρίς γενετικό υλικό μέσα του, και στη συνέχεια χωρίζεται στα δύο, μοιράζοντας στο γονιμοποιημένο ωάριο το φυσιολογικό αριθμό χρωμοσωμάτων, με τη διαφορά ότι όλα προέρχονται από τον πατέρα, αφού το ωάριο ήταν άδειο. Πλήρης μύλη μπορεί επίσης να συμβεί όταν δύο σπερματοζωάρια γονιμοποιήσουν ένα «άδειο» ωάριο.
Μερική μύλη συμβαίνει όταν δύο σπερματοζωάρια γονιμοποιήσουν ένα φυσιολογικό ωάριο αλλά κατά την ανάπτυξή της η κύηση παρουσιάσει τρεις ή και παραπάνω ομάδες χρωμοσωμάτων. Σε μια μερική μύλη, εμφανίζονται συνήθως τα πρώτα σημάδια ανάπτυξης εμβρύου – αντιληπτά μέσω υπερήχου – αλλά πρόκειται πάντα για μια αφύσικη κύηση που δεν εξελίσσεται στο σχηματισμό μωρού.
Άλλες μορφές της τροφοβλαστικής νόσου της κύησης είναι η διεισδυτική μύλη και το χοριοκαρκίνωμα ή χοριοεπιθηλίωμα.
Το κυριότερο κλινικό γνώρισμα για τη διάγνωση μίας μύλης κύησης είναι ότι δεν συμβαδίζει η ηλικία της κύησης με κανένα κλινικό, εργαστηριακό ή απεικονιστικό εύρημα. Η κλινική εικόνα ποικίλει ανάλογα τη βαρύτητα της νόσου και συνήθως περιλαμβάνει κολπική αιμορραγία στην κύηση με σοβαρή υπερέμεση και πολύ υψηλές τιμές β χοριονικής γοναδοτροπίνης (β-hCG) που δεν αντιστοιχούν στην ημερολογιακή ηλικία κύησης. Σπάνια παρουσιάζονται κομμάτια πλακουντιακού ιστού στον κόλπο που μοιάζουν με σταφύλια.
Ωστόσο, καθοριστικός είναι ο υπερηχογραφικός έλεγχος, με κυριότερο χαρακτηριστικό και εδώ τη διαφορά ευρήματος από το αναμενόμενο και την απουσία ανάπτυξης φυσιολογικών εμβρυικών δομών. Η παλαιότερη εκτίμηση μέσω υπερήχου, με την κλασσική εικόνα χιονοθύελλας τείνει να εκλείψει, λόγω των καλύτερων απεικονιστικών δυνατοτήτων των σύγχρονων υπερηχοτομογράφων. Η οριστική διάγνωση μπορεί να τεθεί μόνο μετά από ιστολογική εξέταση των ξεσμάτωνενδομητρίου.
Η θεραπευτική αγωγή συνίσταται στην άμεση κένωση της ενδομητριακής κοιλότητας από το περιεχόμενό της. Στη διάρκεια της επέμβασης ο κίνδυνος αιμορραγίας και τραυματισμού του τοιχώματος της μήτρας είναι μεγάλος και για το λόγο αυτό πρέπει να λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα. Σε περιπτώσεις χοριοκαρκινώματος είναι απαραίτητη και η χημειοθεραπεία ενώ η αφαίρεση μήτρας κρίνεται απαραίτητη σε εξαιρετικά ελάχιστες περιπτώσεις.
Μετά την κένωση της μήτρας επιβάλλεται τακτικός έλεγχος των επιπέδων β-hCG κάθε εβδομάδα, μέχρι να έχουμε τρία συνεχόμενα αρνητικά αποτελέσματα, οπότε μετά παρακολουθείται η ανίχνευσή της κάθε μήνα για 6 περίπου μήνες. Αν στο διάστημα αυτό διαπιστωθεί άνοδος των τιμών της ορμόνης υπάρχει υποψία για ατελή κένωση της μήτρας ή διεισδυτική μύλη ή χοριοκαρκίνωμα, οπότε και επιβάλλεται νέα ερευνητική απόξεση του ενδομητρίου και ιστολογική εξέταση των ξεσμάτων. Σε όλες τις ασθενείς μετά τη χειρουργική αντιμετώπισή τους συνιστάται η αποφυγή νέας κύησης τουλάχιστον για 6 μήνες.